

[...]
"...the events in Cyprus do not constitute an internal matter of the Greeks of Cyprus. The Turks of Cyprus are also affected. The coup of the Greek junta is an invasion, and from its consequences the whole people of Cyprus suffers, both Greeks and Turks."
Το Συμβούλιο Ασφαλείας στην συνεδρία του δεν πήρε απόφαση, και στις 20 Ιουλίου 1974, έγινε το πρώτο μέρος της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο
κατά παράβαση της Συνθήκης Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας και του
καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Ο αμφιλεγόμενος αυτός λόγος του Μακάριου
στο Συμβούλιο Ασφαλείας έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από την τουρκική και την
ελληνική φιλοχουντική προπαγάνδα. Τόσο η πρώτη, η οποία δικαιολογεί την εισβολή
ως χρέος της ως εγγυήτριας δύναμης από τις Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, όσο και η
δεύτερη, η οποία προσπαθεί να αποσείσει τις ευθύνες για τα γεγονότα από πάνω
της, «αναγιγνώσκουν» στον λόγο αυτόν μια έκκληση του Μακάριου προς την Τουρκία
να επέμβει για να τον αποκαταστήσει στην εξουσία. Κάτι τέτοιο πάντως δεν
περιέχει η έκκληση, η οποία απευθύνεται αποκλειστικά στα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η Κύπρος μετά την τουρκική εισβολή
Λίγες μέρες μετά η κυβέρνηση Σαμψών παραιτήθηκε υπό το βάρος των εξελίξεων.
Στη Γενεύη άρχισαν πυρετώδεις διαβουλεύσεις για την εξεύρεση
ειρηνικής λύσης υπό την αιγίδα του Βρετανού Υπουργού Εξωτερικών Τζον Κάλαχαν. Η
ελληνοκυπριακή πλευρά, εκπροσωπούμενη από τον Γλαύκο Κληρίδη, αξίωσε για πρώτη φορά μετά το 1963 εφαρμογή των
Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου και του Κυπριακού Συντάγματος, κάτι που ως τότε η
ίδια αρνούνταν κατηγορηματικά. Η Τουρκία αρνήθηκε και προέβαλε το πάγιο αίτημά
της για γεωγραφικό χωρισμό του νησιού. Ενόσω διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις, η
Τουρκία προχώρησε και στο δεύτερο κύμα εισβολής στις 14 Αυγούστου 1974, φθάνοντας ως τα
σημερινά όρια των Κατεχομένων.
Η τουρκική εισβολή δημιούργησε χιλιάδες θύματα και αγνοούμενους, ενώ πάνω
από 180.000 Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες εκδιώχθηκαν ή υποχρεώθηκαν να φύγουν από
τις κατεχόμενες από τον Τουρκικό στρατό περιοχές [9].
Παράλληλα υπήρξε σταδιακή μετακίνηση πάνω από 50.000 Τουρκοκυπρίων από τις
ελεύθερες στις κατεχόμενες περιοχές ειδικά μετά την άρση της απαγόρευσης
τέτοιων μετακινήσεων με τη συμφωνία της Τρίτης Βιέννης του Αυγούστου 1975.
Αποτέλεσμα των μετακινήσεων αυτών ήταν η ντε φάκτο δημιουργία δύο χωριστών
περιοχών με εθνικά σχεδόν αμιγή πληθυσμό. Ιδιαίτερα κατά το δεύτερο κύμα
εισβολής ο τουρκικός στρατός άφησε χιλιάδες Έλληνες και Ελληνοκυπρίους
στρατιώτες και αμάχους νεκρούς [52]
και λεηλάτησε τις περιουσίες τους[53].
Άλλοι 1.500 περίπου παρέμειναν στις λίστες των αγνοουμένων. Το μεγαλύτερο μέρος
των αμάχων Ελληνοκυπρίων εγκατέλειψαν τα χωριά τους στο άκουσμα της εισβολής
και πριν την εμφάνιση των Τούρκων, φοβούμενοι για τη ζωή τους. Δεν έλειψαν και
μεμονωμένα επεισόδια αντιποίνων των Ελληνοκυπρίων, όπως η εκτέλεση 80 περίπου
Τουρκοκυπρίων αιχμαλώτων από το χωριό Τόχνη στην επαρχία Λάρνακας. Η εισβολή αποτέλεσε την
υλοποίηση του αρχικού σχεδίου της Τουρκίας για Ταξίμ (taksim) τη γεωγραφική
δηλαδή διχοτόμηση της Κύπρου μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων.
Στον κατεχόμενο Βορρά παρέμειναν αρχικά γύρω στους 20.000 Ελληνοκύπριοι
αρνούμενοι να φύγουν. Η απομόνωσή τους από το τουρκοκυπριακό καθεστώς και η
κακομεταχείριση οδήγησαν με τον καιρό τους περισσότερους από αυτούς στον Νότο
ενώ πολλοί από αυτούς εκδιώχθηκαν στις ελεύθερες περιοχές από το κατοχικό
καθεστώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου